Οι κύστεις και οι όγκοι των ωοθηκών δεν είναι συχνοί στα μικρά κορίτσια. Το 1/3 αυτών των μαζών είναι νεοπλασματικές. Ακόμη πιο σπάνιοι είναι οι όγκοι από γεννητικά κύτταρα, με πιο συχνό από αυτούς το κυστικό τεράτωμα το οποίο συναντάται κυρίως σε κορίτσια της προεφηβικής ηλικίας.

Οι κακοήθεις γυναικολογικοί όγκοι στα παιδιά αφορούν στο 2% όλων των νεοπλασιών και από αυτούς το 60-70% εντοπίζονται στην ωοθήκη. Οι κακοήθεις όγκοι των ωοθηκών αποτελούν το 1%  των νεοπλασιών των ωοθηκών.

Στις νεοπλασίες των ωοθηκών περιλαμβάνονται και οι όγκοι από γεννητικά εμβρυϊκά κύτταρα. Ο πιο συχνός όγκος από γεννητικά κύτταρα είναι το ώριμο κυστικό τεράτωμα. 

Τερατώματα είναι μια ομάδα νεοπλασμάτων που αποτελούνται από ιστούς οι οποίοι είναι «ξένοι» προς τα όργανα που ανατομικά τα φιλοξενούν.Οι ιστοί αυτοί προέρχονται από τα 3 βλαστικά δέρματα. Σε κάθε όγκο δεν είναι απαραίτητα παρούσες και οι 3 βλαστικές στιβάδες, αλλά μερικοί εμβρυϊκοί ιστοί σε αποδιοργάνωση, όπως επίσης και σε διαφορετικό στάδιο ωρίμανσης. Έτσι λοιπόν έχουμε το ώριμο τεράτωμα, το άωρο, και αυτό που περιέχει κακοήθη στοιχεία.

Ώριμο κυστικό τεράτωμα ωοθήκης

Τα καλοήθη τερατώματα των ωοθηκών είναι συνήθως κυστικά. Το ώριμο κυστικό τεράτωμα αποτελεί πιο συχνά νεόπλασμα ωοθήκης στα παιδιά, με ποσοστό στο 33%, είναι συνήθως ετερόπλευρο, με συμμετοχή της δεξιάς ωοθήκης στο 51%, της αριστερής στο 41%. Στο 8% παρουσιάζεται αμφοτερόπλευρα. Παρουσιάζεται σε κορίτσια με μέσο όρο ηλικίας 12 ετών και η συχνότητα κακοήθους εξαλλαγής, έχει υπολογιστεί στο 0,7%. 

Οι συνήθεις διαστάσεις κατά τη διάγνωση είναι συνήθως 6-10cm και περιέχουν συνήθως παχύρρευστο σμήγμα, τρίχες, χόνδρο, και άλλα παράγωγα των βλαστικών δερμάτων. Το 1/3 των ασθενών είναι ασυμπτωματικοί, ενώ το 53% παρουσιάζουν κοιλιακό άλγος και το 31% ψηλαφητή κοιλιακή μάζα. 

Τα κοιλιακά άλγη μπορεί να είναι χρόνια άτυπα υποτροπιάζοντα ή με εικόνα οξείας κοιλίας. Το τελευταίο συμβαίνει σε περίπτωση επιπλοκής. Αυτές είναι η συστροφή (92,4% των επιπλοκών), αυτόματη ρήξη (3%), φλεγμονή (3%) ή αιμορραγία (2%) μέσα στη μάζα. Σε μάζες άνω των 6cm τα ποσοστά αυξάνονται. Η συστροφή της δεξιάς ωοθήκης με τεράτωμα μπορεί να υποδυθεί οξεία σκωληκοειδίτιδα, με όλα τα κλασσικά συμπτώματα τοπικής περιτονίτιδας.

Διάγνωση

Με δεδομένο ότι η παθολογία  των έσω γεννητικών οργάνων κοριτσιού που βρίσκονται γύρω από την εφηβική ηλικία γίνεται ολοένα και πιο συχνή αιτία χρόνιου ή οξέος κοιλιακού άλγους, είναι απαραίτητος ο υπερηχογραφικός  έλεγχος αυτών, έτσι ώστε να μπορεί να σχεδιάζεται υπεύθυνα και σίγουρα η αντιμετώπιση, η θεραπεία καθώς επίσης και η παρακολούθηση τους.

Κάθε μάζα ωοθήκης που θα βρίσκεται διαστάσεων άνω του 6εκ  θα πρέπει να διερευνάται εγχειρητικά και να αφαιρείται γιατί παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών.

Θα πρέπει να υπάρχει αυξημένη υποψία του θεράποντος ιατρού για το τεράτωμα ωοθήκης έτσι ώστε προεγχειρητικά να γίνεται μέτρηση των καρκινικών δεικτών CEA, CA 19-9, CA 125, b HCG, αFP.

Στη διαγνωστική προσπέλαση των τερατωμάτων της ωοθήκης εξέταση εκλογής αποτελεί το υπερηχοτομογράφημα ελάσσονος πυέλου, το οποίο μπορεί να διαγνώσει τη μάζα σε ασυμπτωματικό ασθενή, να καταδείξει τις επιπλοκές που προαναφέρθηκαν και τέλος η χρήση του Doppler (έγχρωμη υπερηχοτομογραφία) να διαφοροδιαγνώσει την οξεία σκωληκοειδίτιδα από άλλες καταστάσεις των εξαρτημάτων.

Επίσης στη διαφοροδιάγνωση της συστροφής ωοθήκης με κυστικό τεράτωμα από μη επιπλεγμένο ώριμο κυστικό τεράτωμα βοηθάει η αξονική τομογραφία. Η μαγνητική τομογραφία μπορεί να μας δώσει στοιχεία για τη βιωσιμότητα της ωοθήκης επί συστροφής. Τέλος η απλή ακτινογραφία κοιλίας μπορεί να δώσει κάποια έμμεσα στοιχεία, όπως επασβεστώσεις στο δεξιό ή αριστερό λαγόνιο βόθρο.

Άωρο κυστικό τεράτωμα ωοθήκης

Το άωρο κυστικό τεράτωμα ωοθήκης διαφοροποιείται από το ώριμο ή το καλόηθες από το ότι περιέχει άωρα νευροεπιθηλιακά στοιχεία. Σταδιοποιείται ανάλογα με την ωριμότητα του όγκου, αλλά και την παρουσία ή την ποσότητα των νευροεπιθηλιακών στοιχείων.

Χειρουργική αντιμετώπιση

Για τα καλοήθη τερατώματα η Χειρουργός Παίδων Δρ. Κ. Ραμματά, εφαρμόζει την προηγμένη λαπαροσκοπική χειρουργική στα βρέφη και παιδιά καθώς επίσης και την ICG Μέθοδο που της παρέχει τη δυνατότητα να αναγνωρίσει ξεκάθαρα την υποφθορισμένη μάζα όγκου σε σύγκριση με το φυσιολογικό ωοθηκό παρεγχύμα ώστε να ελέγξει καλύτερα τις άκρες εκτομής.

Προτερήματα της λαπαροσκοπικής χειρουργικής, αποτελούν η δυνατότητα ελέγχου όλης της περιτοναϊκής κοιλότητας, της ετερόπλευρης ωοθήκης, η γρήγορη ανάρρωση, και το καλό κοσμητικό αποτέλεσμα. Το κυριότερο όμως πλεονέκτημα είναι ότι  ελέγχεται προσεκτικά ολόκληρη η περιτοναϊκή κοιλότητα με δεδομένο την πιθανότητα ύπαρξης περιτοναϊκών εμφυτεύσεων και άρα λήψη βιοψίας.

Η ασθενής στην οποία η ιστολογική εξέταση έδειξε άωρο τεράτωμα ωοθήκης να παραπέμπεται εγκαίρως σε Παιδίατρο-Ογκολόγο.